- αρχολογία
- η1. το να εξετάζει κανείς τις αρχές στη φιλοσοφία2. το κεφάλαιο της φιλοσοφίας το οποίο ασχολείται με τις βασικές φιλοσοφικές αρχές.[ΕΤΥΜΟΛ. < αρχο-* + -λογία < -λόγος < λέγω. Η λ. μαρτυρείται στον Ευγένιο Βούλγαρι].
Dictionary of Greek. 2013.